Κυριακή 6 Δεκεμβρίου 2009

Ο αψυχολόγητος Ψυχαναλυτής του Vetomag βάζει στο ντιβάνι τον Κορκονέα

Ο Ψυχαναλυτής του Vetomag ξαναχτυπά. Αυτή τη φορά όχι για να διεισδύσει στη λίμπιντο, τα απωθημένα και τις εμμονές της Ντόρας. Τώρα, τάχα, βάζει στο «ντιβάνι της ψυχανάλυσης» τον Επαμεινώνδα Κορκονέα, τον αστυνόμο που σκότωσε τον Αλέξη.

Αλλά, αν κάπου διείσδυσε ο Ψυχαναλυτής, δεν είναι στην ψυχή του αστυνομικού, αλλά στο μυαλό του Αλέξη Κούγια, για να «προδημοσιεύσει» την αγόρευσή του στη δίκη της Άμφισσας που έχει τίτλο: «Ο Κορκονέας δεν ήταν ο θύτης, αλλά το θύμα αυτής της υπόθεσης! Αθώος ο κατηγορούμενος!»

«Η σφαίρα βρισκόταν στο μυαλό του», έχει τίτλο το κείμενο του Ψυχαναλυτή, και συνεχίζει:

«ΤΟΝ ΕΝΟΧΛΟΥΣΑΝ ΒΑΘΥΤΑΤΑ.

Ήθελε να τα πιάσει από το μακρύ λιγδιάρικο μαλλί τους, να τα σέρνει στην άσφαλτο μέχρι την κλούβα, να τους βάλει χειροπέδες, να τα δει κλεισμένα στο κρατητήριο. Είχε βαρεθεί τις οδηγίες των ανωτέρων του για ψυχραιμία και αυτοσυγκράτηση.
«Κοίτα μη γίνει καμιά στραβή» του έλεγαν πριν βγει για περιπολία, γνωρίζοντας πόσο τα ‘παιρνε με τους κατσαπλιάδες. Να σου πετάνε πέτρες μια χούφτα μαλακισμένα βορείων προαστίων που παριστάνουν τους επαναστάτες και εσύ να κάνεις πως δεν…καταλαβαίνεις. Στα κανάλια τους λένε αναρχικούς, αντιεξουσιαστές και κουραφέξαλα. Βαρεμένα βουτυρόπαιδα που δεν ξέρουν τι θα πει δουλειά και ανάγκη, όπως ο ίδιος στην ηλικία τους, όταν δούλευε στο επιπλοποιείο και στα χωράφια του πατέρα του για να βοηθήσει την οικογένεια. Κακομαθημένα μειράκια που μεγάλωσαν μέσα στις ανέσεις και στα χάδια της μαμάς και του μπαμπά, όχι σε ένα δυάρι με δυο αδελφές νοητικά καθυστερημένες όπως ο ίδιος, που έβλεπε ροζιασμένα τα χέρια της μάνας του από τη δουλειά στη φάμπρικα. Αργόσχολα πρεζάκια που κυκλοφορούν με λαδωμένα ρούχα, άθλιοι βρομιάρηδες που έχουν ρέψει από τα ξενύχτια και το πρωί κοιμούνται για να στρώσουν μαγουλάκι. Παιδιά που δεν πρόκειται ποτέ να γίνουν άντρες, όπως ο ίδιος όταν διάλεξε μόνος του να κάνει στρατιωτική θητεία στους καταδρομείς και τους αλεξιπτωτιστές. Βολεμένοι μαμάκηδες με στρωμένο το μέλλον τους και χωρίς την αγωνία της επιβίωσης, που τον έστειλε στη σχολή αστυφυλάκων για να έχει ένα σίγουρο μεροκάματο. Ξύλο που θέλουν…

Η αλήθεια είναι πως του άρεσε αυτή η δουλειά. Από μικρό παιδί γούσταρε τις στολές. Μπορούσε κι αυτός να αποκτήσει δύναμη και εξουσία, αν κατάφερνε να τη φορέσει.
Ήταν η μοναδική δουλειά που συνδύαζε τη ασφάλεια του Δημοσίου με τον τσαμπουκά του φύλακα της τάξης. Για έναν παιδαρά όπως ο ίδιος, καλογυμνασμένο και έτοιμο να πιαστεί στα χέρια με τον εχθρό, τον παράνομο ή τον αλήτη, ήταν η τέλεια λύση.

Έτσι νόμιζε μέχρι το βράδυ της 6ης Δεκεμβρίου 2008, όταν ο Επαμεινώνδας Κορκονέας από τη μεσσηνιακή Μάνη, στα 37του χρόνια, πέρασε απέναντι. Η σφαίρα από το υπηρεσιακό του περίστροφο έστειλε στην άλλη ζωή τον 15χρονο Αλέξη Γρηγορόπουλο στον πεζόδρομο της οδού Ταβέλλα στα Εξάρχεια. Την ώρα που πυροβολούσε δεν φανταζόταν όσα θα ακλουθούσαν
Απαίδευτος, μεγαλωμένος με το τρίτπυχο «πατρίς-θρησκεία-οικογένεια», μισαλλόδοξος, νταής, και φανατισμένος. Γιος μαραγκού, με μητέρα εργάτρια και ρίζες στο Σταυροπήγιο Μεσσηνίας, γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Καλαμάτα, φτωχικά και αυστηρά. Έκανε και αυτός τρία παιδιά με συμπατριώτισσα από τη Στούπα Μεσσηνίας και τα μεγάλωνε με τις ίδιες αρχές και αξίες.

Στις 12 Δεκεμβρίου έχει γενέθλια, τα χειρότερα της ζωής του. Έρχεται η δίκη του και ξέρει πως θα δυσκολευθεί να πείσει ότι δεν έφταιγε. Ο ίδιος ξέρει ότι είναι αθώος. Ο Γρηγορόπουλος πήγε στον τάφο από εξοστρακισμό σφαίρας. Τον έβρισε, τον προκάλεσε, τον ερέθισε και τώρα του ζητούν τα ρέστα. Τι γύρευε βραδιάτικα στα Εξάρχεια το νιάνιαρο; Γιατί πέταγε πέτρες αντί να διαβάζει τα μαθήματά του; Πού έμαθε να φτιάχνει μολότοφ; Αυτός φταίει που του ανέβηκε το αίμα στο κεφάλι, που φοβήθηκε όταν μια παρέα τριάντα σκατόπαιδων πήγε να τους την πέσει;
Ο Νώντας υπηρετούσε στο Αστυνομικό Τμήμα Εξαρχείων από το 2000, ένα χρόνο μετά την ένταξή του στο Σώμα Εδικών Φρουρών. Δεν το θεωρούσε δυσμενή μετάθεση όπως οι περισσότεροι. Του άρεσε το κυνήγι με τους κουκουλοφόρους στα στενά της περιοχής, γιατί έριχνε ξώφαλτσες γκλομπιές και το φχαριστιόταν. Γούσταρε πολύ όταν άκουγε συναδέλφους του να τον φωνάζουν Ράμπο, γιατί καταλάβαινε ότι τον θαυμάζουν για τα μπράτσα του και τη λεβεντιά του. Λίγοι ήταν σαν αυτόν. Ατρόμητοι. Για την επιτυχή καταδίωξη ενόπλου που δεν σταμάτησε σε έλεγχο αστυνομικών έλαβε από το διευθυντή της Αστυνομίας ηθικό έπαινο! Και τώρα, αντί να τον στηρίζει, η Πολιτεία τον έχει βάλει στο μάτι, επειδή έτυχε εκείνο το ζωντόβολο να πέσει τέζα. Ήταν η κακιά η ώρα. Ήξερε καλά πως δεν έπρεπε να σηκώνει όπλο, παρά μόνο αν κινδύνευε η ζωή του ή η ζωή άλλων πολιτών μπροστά του. Γι’ αυτό το γυάλιζε, το χάιδευε, το έπαιζε στα χέρια του, σημάδευε αλλά δεν έριχνε παρά μόνο στον αέρα. Γνώριζε άλλωστε τι περιπέτειες πέρασαν άλλοι συνάδελφοί του όταν έριξαν στο ψαχνό, ακόμη κι αν ο νεκρός ήταν ένα από αυτά τα μαλακιστήρια που κρύβουν ο κεφάλι τους σηκώνοντας το πουλόβερ ή βάζοντας μαντίλια σαν γκόμενες που δεν αντέχουν την μπόχα.

Τώρα ξέρει καλά πως την έχει βάψει. Οι δικοί του τον έχουν αδειάσει γιατί φοβούνται να μην μπλέξουν. Στα κανάλια λένε για τον καημένο τον Αλέξη που πέθανε και παρουσιάζουν τον Νώντα, που δεν σηκώνει μύγα στο σπαθί του, σαν όρθιο κτήνος που καθάρισε εν ψυχρώ ένα παιδάκι. Ήθελε να ‘ξερε τι θα έλεγαν όλοι αυτοί αν τους φώναζαν γουρούνια και δολοφόνους, τους πετούσαν μπουκάλια στο κεφάλι, τους έφτυναν και προσπαθούσαν να τους κάψουν. Τι θα σκέφτονταν αν προσπαθούσαν να βγάλουν το μεροκάματο για να θρέψουν πέντε στόματα και κάτι χορτασμένα παλικαράκια του γλυκού νερού τούς πετροβολούσαν βρίζοντας τη μάνα και τη γυναίκα τους. Μόνο από φάπες καταλαβαίνουν τα κωλόπαιδα…Αν βρισκόταν στην ίδια θέση ξανά, δεν θα το ξανάκανε. Γνωρίζοντας πως δεν υπάρχει κάλυψη πια από τους από πάνω, θα ‘παιρνε βαθιές ανάσες και θα έφευγε τρέχοντας για να μην μπλέξει. Θα πήγαινε στο Τμήμα μέχρι να συνέλθει και μετά θα ξανάβγαινε στο δρόμο κι όποιο μακρυμάλλικο έβρισκε θα το ξεμονάχιαζε και θα του έριχνε μερικές ψιλές για να τον θυμάται. Ονειρευόταν να γίνει αστυνομικός για να καθαρίσει τον τόπο από κάτι τέτοιους αληταράδες. Ο Νώντας, ο Ράμπο, ο σταρ των ειδικών φρουρών, έμεινε μόνος του πίσω από τα σίδερα. «Μπάτσοι-γουρούνια-δολοφόνοι». Ο απαίσιος ήχος δεν φεύγει από το κεφάλι του. Και δεν έχει το πιστόλι στην τσέπη, για να το χαϊδέψει και να ηρεμήσει».

TVXS

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου