Κάποτε όλα ήταν πολύ πιο φυσικά. Στη Νότια Αμερική τα δέντρα μεγάλωναν αργά και οι κάτοικοι του Αμαζονίου έπαιρναν από το ‘κά ου τσου’, που στη γλώσσα τους σημαίνει ‘το δέντρο που κλαίει’, ένα κρεμώδες υγρό και έφτιαχναν λάστιχα, αδιάβροχα ρούχα, μπάλες για παιχνίδι. Ο λόγος είναι για το φυσικό καουτσούκ και αναφορές σε αυτό γίνονται από τους Ευρωπαίους ήδη από τον 16ο αιώνα. Εκτός όμως από τις γομολάστιχες και τα αδιάβροχα παλτά οι Ευρωπαίοι δεν ήξεραν τι άλλο να κατασκευάσουν. Το καουτσούκ έγινε διάσημο το 1839, όταν ο Αμερικανός Τσαρλς Γκουντγίαρ κατάφερε να το βελτιώσει, να είναι ανθεκτικό σε μεγαλύτερες θερμοκρασίες, ελαστικό και να κρατάει τη φόρμα του.
Φυσικό καουτσούκ «Σιγά-σιγά άρχισαν να κατασκευάζονται λαστιχένιες μπότες, θερμοφόρες, αδιάβροχα κατάλληλα για τον κακό καιρό του Λονδίνου. Και το 1880 με την ανακάλυψη του αυτοκινήτου η ιστορία του φυσικού καουτσούκ άρχισε να γίνεται πολύ ενδιαφέρουσα» λέει ο Ρόμπερτ Σούστερ, χημικός και επικεφαλής του Ινστιτούτου για την Τεχνολογία του Καουτσούκ στο Ανόβερο.
Κτήριο Βάιλερ: ο αφανής συγκάτοικος του Μουσείου Ακροπόλεως
Πριν από 6 χρόνια
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου